ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

image

Στην ενότητα αυτή αναφέρονται οι Άγοι
που είτε κατάγονται από τα Ιωάννινα είτα μαρτύρησαν στην περιοχή αυτή .

No votes yet

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΕΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

το μαρτύριο του Αγίου

Ο Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ο εν Ιωαννίνοις

Μαρτύρησε στις 17 Ιανουαρίου 1838 στα Ιωάννινα
Ο άγιος νεομάρτυς Γεώργιος, ο πολιούχος των Ιωαννίνων , καταγόταν από ένα χωριό των Γρεβενών, το οποίο ονομαζόταν Τζούρχλη, σήμερα Άγιος Γεώργιος.
Ήταν φτωχός και αγράμματος άνθρωπος . Σε ηλικία οκτώ ετών έμενε ορφανός. Και από τους δύο γονείς του. Όταν μεγάλωσε εργαζόταν ως ιπποκόμος σε κάποιον τούρκο αγά .Οι Τούρκοι ,όπως συνήθιζαν, δεν τον αποκαλούσαν με το όνομά του αλλά Γκιαούρ Χασάν.
Το έτος 1836 ο αγάς, τον οποίο υπηρετούσε ο άγιος, εγκαταστάθηκε για υπηρεσιακούς λόγους στα Ιωάννινα. Εκεί στα Ιωάννινα ο άγιος αρραβωνιάστηκε με μια νέα ονόματι Ελένη, ορφανή και αυτή από γονείς, πτωχή υλικά αλλά πλούσια ψυχικά. Κάποιος Χότζας , ο οποίος γνώριζε τον άγιο και άκουγε να τον φωνάζουν Γκιαούρ Χασάν παραξενεύτηκε που αρραβωνιάστηκε Χριστιανή και τον κατηγόρησε στο δικαστήριο πως ενώ είναι μουσουλμάνος παντρεύεται Χριστιανή.

 
Μπροστά στο δικαστήριο ο άγιος ομολόγησε πως είναι Χριστιανός. Ο δικαστής δεν πείστηκε και τον έστειλε στον βεζύρη , όπου ανακρινόμενος ο άγιος ομολόγησε ξανά τη χριστιανική του πίστη. Ο βεζύρης μάλιστα κάλεσε και τον αφέντη του αγίου, ο οποίος επιβεβαίωσε την χριστιανική του ιδιότητα, πράγμα το οποίο καταγράφηκε στον κώδικα του δικαστή, πως είναι Χριστιανός. Μετά το γεγονός αυτό έκανε τον γάμο του με την Ελένη.
Στο μεταξύ ο αφέντης του μετατέθηκε στην Προύσα της Μ. Ασίας, όπου αρχικά τον ακολούθησε, αργότερα όμως επέστρεψε στα Ιωάννινα. Προσκολλήθηκε σε κάποιον αγά πάλι ως ιπποκόμος. Όταν έφυγε και αυτός ο άγιος δεν τον ακολούθησε αλλά παρέμεινε με την οικογένειά του , διότι στο μεταξύ η σύζυγός του γέννησε γιό τον οποίο βάπτισαν με το όνομα Ιωάννη.
Κάποια μέρα ο άγιος πηγαίνοντας στην αγορά για αναζήτηση εργασίας συνάντησε εκείνον τον Χότζα που τον είχε κατηγορήσει. Μόλις τον είδε εκείνος αμέσως τον άρπαξε και του λέει :
Μέχρι πότε θα παίζεις με την πίστη ; Ή Τούρκος ή Χριστιανός ;
Ο άγιος του ζητούσε να τον αφήσει, έτυχε μάλιστα να περνά εκείνη την ώρα ο κουνιάδος του, ο οποίος προσπαθούσε να τον βγάλει από τα χέρια του χότζα.
Εξαιτίας της φασαρίας στο μεταξύ μαζεύτηκαν και άλλοι Τούρκοι και Ρωμιοί. Απέναντι ακριβώς ήταν το σπίτι του πασά , ο οποίος βλέποντας τη φασαρία έστειλε ανθρώπους του και τους έφεραν μπροστά του. Ο χότζας κατηγόρησε τον άγιο πως, ενώ ήταν τούρκος, τώρα έγινε Χριστιανός. Στη σχετική ερώτηση του πασά ο άγιος απάντησε με πολύ θάρρος, Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω. Ο πασάς τότε τον έστειλε στον δικαστή.
Ο δικαστής μολονότι γνώριζε την υπόθεση ρώτησε τον άγιο: Χριστιανός είσαι εσύ ;
Στην καταφατική απάντηση του αγίου του λέει πάλι : Κάποτε ήσουν Χριστιανός αλλά τώρα είσαι Τούρκος.
 Όχι, όχι, του απάντησε ο άγιος, Χριστιανός είμαι καθώς κι εσύ το ξέρεις και είναι περασμένο και στα χαρτιά σου.

Ναι, του λέει ο δικαστής, αλλά τότε ήταν ένας ο μάρτυρας ,τώρα όμως μαρτυρούν πολλοί πως είσαι Τούρκος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία τους , ένα από τα δύο πρέπει να κάμεις , ή να γίνεις Τούρκος ή να θανατωθείς.
Κάνε ό,τι θέλεις ,ήταν η απάντηση του αγίου.
 
Τότε , αφού τον ήλεγξαν αν του είχαν κάνει περιτομή και δεν βρήκαν τίποτε , τον οδήγησαν στον ανθύπατο. Μετά από νέα ανάκριση και ομολογία τον έκλεισαν στη φυλακή. Εκεί βρίσκονταν δύο Χριστιανοί από τη Βούρμπιανη, οι οποίοι τον ρώτησαν για την υπόθεσή του και ,όταν έμαθαν πως ήταν για την πίστη, τον παρότρυναν να μείνει σταθερός και αν χρειαστεί να μαρτυρήσει ακόμη.
 
Την άλλη μέρα τον οδήγησαν πάλι στον δικαστή, ο οποίος με τους παρακαθημένους του τον προέτρεπε να εξισλαμισθεί. Ο άγιος έμενε σταθερός λέγοντας : Χριστιανός και Χριστιανός πεθαίνω.
Τον οδήγησαν τότε πάλι στη φυλακή, τον ξάπλωσαν, κάτω του έβαλαν τα πόδια στο τιμωρητικό ξύλο και πάνω του τοποθέτησαν μια πλάκα βάρους πενήντα οκάδων περίπου.
 
Ο άγιος κοιμήθηκε σαν να ήταν σκεπασμένος με πάπλωμα. Το πρωί τον ρωτούσαν οι άλλοι φυλακισμένοι : πώς πέρασες τη νύχτα, αδελφέ ; εμείς φοβηθήκαμε μήπως πεθάνεις από το βάρος της πλάκας.
Δεν κατάλαβα τίποτα, τους απάντησε ο άγιος, μάλιστα είδα και όνειρο, ένα νέο ασπροφορεμένο που μου είπε : μη φοβάσαι, Γεώργιε.
 
Τον οδήγησαν και πάλι στο δικαστήριο, όπου ο άγιος ομολόγησε για τρίτη φορά τον Χριστό.
Ήρθε η ώρα να βγάλω απόφαση, του λέει ο δικαστής, να καταδικαστείς.
Χωρίς να φοβηθεί ο άγιος, με πολύ θάρρος του απάντησε:
Κάνε ό,τι θέλεις, δεν φοβούμαι τίποτε, όχι μια απόφαση μα εκατό να βγάλεις.
 
Βλέποντας την γενναιότητά του ο δικαστής για μια στιγμή σκέφτηκε να τον ελευθερώσει ,όμως ο τουρκικός όχλος φώναζε να θανατωθεί ως υβριστής του Ισλάμ.
 
Έτσι εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση. Την ώρα εκείνη ,λένε, μια μεγάλη αστραπή έσκισε τον ουρανό, συνοδευόμενη από ένα τρομερό κρότο ενώ συγχρόνως έγινε αναβρασμός στη λίμνη ώστε οι άνθρωποι φοβήθηκαν.
 
Οι Μητροπολίτες Ιωαννίνων , Άρτης και Γρεβενών προσπάθησαν με την παρέμβασή τους να τον ελευθερώσουν αλλά δεν κατάφεραν τίποτα.
Μέχρι να γίνει η εκτέλεση έκλεισαν τον Γεώργιο στη φυλακή, όπου δεν σταμάτησαν να τον ενοχλούν οι Τούρκοι με διαφόρους απεσταλμένους τους να αρνηθεί τον Χριστό.
Από την άλλη μεριά οι Χριστιανοί φυλακισμένοι τον στήριζαν και τον παρακινούσαν να μείνει σταθερός στην πίστη, ώστε υπομένοντας λίγο πόνο να βρεθεί κοντά στον Χριστό.
 
Την άλλη μέρα, εορτή του Αγίου Αντωνίου, οι δήμιοι τον οδήγησαν στον τόπο της εκτέλεσης.
Ο άγιος δόξασε τον Θεό και χάρηκε που τον αξίωνε να μαρτυρήσει για το όνομά Του.
 
Ήταν θαυμαστό να τον βλέπει κανένας πως έτρεχε , με πόση χαρά και αγαλλίαση, σα να μην πατούσε στη γη, λες και πετούσε στον αέρα. Το πρόσωπό του κυριολεκτικά άστραφτε από χαρά.
Όταν έφθασαν στον τόπο της εκτέλεσης , στην πύλη του φρουρίου, ομολόγησε για τελευταία φορά : Χριστιανός είμαι, προσκυνώ τον Χριστό μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκο.
 
Παρακάλεσε τους δημίους να του λύσουν τα χέρια, έκανε το σημείο του σταυρού και φώναξε προς τους Χριστιανούς : Συγχωρέστε με , αδελφοί και ο Θεός να σας συγχωρήσει. Κι όπως έλεγε αυτά ,τον απαγχόνισαν. Ήταν τριάντα ετών.
 
Το λείψανό του έμεινε τρία μερόνυχτα, κατά τη συνήθεια, κρεμασμένο. Κάθε νύχτα ερχόταν ουράνιο φως και τον περιέβαλε. Μετά τις τρεις ημέρες ,ύστερα από παράκληση του συλλόγου των ιπποκόμων , δόθηκε άδεια ταφής.
 
Μετέφεραν το άγιο λείψανο στον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αθανασίου, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι οι Μητροπολίτες, ο κλήρος και πλήθος Χριστιανών.
 
Αφού το ετοίμασαν για την ταφή στο παρεκκλήσιο της Αγίας Μαρίνης έψαλαν την ακολουθία με δάκρυα συγκίνησης και χαράς. Το ενταφίασαν στην αυλή, στην βόρεια πλευρά του ναού.
Αργότερα χτίστηκε παρεκκλήσιο που περιέβαλε τον τάφο.
 
Αμέσως ακολούθησαν άπειρα και καταπληκτικά θαύματα.
Το έτος 1975 έγινε η ανακομιδή των λειψάνων, τα οποία ευρίσκονται στον νεόδμητο ναό προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου του Νεομάρτυρος.
 
( πηγή : http://vatopaidi.wordpress.com)
 
 

 

εξωτερικά το σπίτι του Αγίου στα  Ιωάννινα
ο διάδρομος που οδηγεί στο καθιστικό της οικίας
το εσωτερικό της οικίας του Αγίου
από τον κυρίως χώρο της οικίας με το τζάκι
η γιορτινή ενδυμασία του Αγίου
ένα δωμάτιο της οικίας έχει μετατραπεί σε εκκλησία
ο Άγιος
το πηγάδι που βρίσκεται στην αυλή της οικίας
η εξωτερική πλευρά της οικίας του Αγίου που βλέπει στην αυλή
οι  Άγιοι Γεώργιος και Ιωάννης οι εν Ιωαννίνων
οι  Άγιοι Γεώργιος , Ιωάννης και Χρύσανθος
οι  Άγιοι Γεώργιος , Τρύφων  και Αντώνιος
οι  Άγιοι Γεώργιος , Σπυρίδων  και Αντώνιος
οι  Αγίες Μαρίνα  κι  Αικατερίνη κι  ο  Άγιος  Γεώργιος
οι  Άγιοι Νικάνωρ , Γεώργιος και ο ισαπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός
Your rating: None Average: 4.5 (2 votes)

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΜΕΤΣΟΒΟΥ

 
 Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

Μαρτύρησε στα Τρίκαλα στις 17 Μαΐου 1617
Ο άγιος νεομάρτυς Νικόλαος καταγόταν από το Μέτσοβο της Ηπείρου, από γονείς ευσεβείς. Νέος στην ηλικία πήγε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας ,όπου εργαζόταν σ’ ένα φούρνο.
Μετά από αρκετό καιρό κάποιοι Τούρκοι, με δόλο, με υποσχέσεις, με φοβερισμούς και συκοφαντίες τον κατάφεραν ν’ αρνηθεί τον Χριστό.
Σύντομα όμως συνειδητοποίησε τι έκανε, επέστρεψε στην πατρίδα του και ζούσε πάλι ως χριστιανός.
 
Κάποτε , μαζί με άλλους συμπατριώτες του, φόρτωσε και αυτός το άλογό του με δαδί και πήγε να το πουλήσει στα Τρίκαλα. Εκεί τον γνώρισε κάποιος Τούρκος κουρέας , γείτονας του φούρναρη στον οποίο εργαζόταν ο άγιος.
Τον άρπαξε λοιπόν και τον κατηγορούσε πως από Τούρκος έγινε πάλι χριστιανός. Φοβήθηκε ο άγιος, του χάρισε το φορτίο με το δαδί και τον παρακαλούσε να μην τον φανερώσει.

Ο Τούρκος δέχτηκε και απαίτησε , για να μην τον αποκαλύψει, να του πηγαίνει κάθε χρόνο, όσο ζει, ένα φορτίο δαδί. Πράγμα το οποίο έκανε για αρκετά χρόνια.
 
Κάποτε όμως ο άγιος ,θεωρώντας ότι αυτή η πράξη είναι έμμεση άρνηση , αποφάσισε να μην του πάει το δαδί αλλά να ομολογήσει τον Χριστό και αν ακόμη χρειαστεί να μαρτυρήσει για να ξεπλύνει την άρνησή του.
 
Πήγε λοιπόν στον πνευματικό του, εξομολογήθηκε και του αποκάλυψε τον πόθο του για ομολογία και μαρτύριο. Ο πνευματικός προσπαθούσε να τον εμποδίσει και τον συμβούλευε να εγκαταλείψει αυτή την σκέψη.
Του παρουσίαζε μάλιστα το πόσο δύσκολο είναι να υπομείνει κάποιος τα βασανιστήρια και το χειρότερο να αρνηθεί τον Χριστό για δεύτερη φορά.
Ο άγιος επέμενε λέγοντας πως εμπιστεύεται τον εαυτό του στον Θεό και πως η χάρη του Θεού θα τον δυναμώσει , ώστε να υπομείνει ό,τι του κάνουν για την αγάπη του Χριστού. Βλέποντας ο πνευματικός του τον θερμότατο πόθο του για μαρτύριο, αφού τον συμβούλευσε κατάλληλα, τον άφησε να φύγει με την ευχή του.
 
Όταν έφθασε ο άγιος στα Τρίκαλα, τον είδε ο Τούρκος ,ο κουρέας, και τον άρπαξε κυριολεκτικά από τον λαιμό και τον έπνιγε λέγοντάς του « που είναι, άπιστε , το δαδί ; » κι εκείνος του απάντησε « δε σου χρωστάω τίποτε ».Αμέσως ο Τούρκος εξαγριώθηκε , άρχισε τις φωνές και τον μαρτύρησε στους άλλους Τούρκους. Τον άρπαξαν και με σπρωξιές και με χτυπήματα τον οδήγησαν στο δικαστήριο όπου παρουσίασαν την υπόθεση. Ο άγιος , όταν ρωτήθηκε, απάντησε : « Χριστιανός γεννήθηκα και χριστιανός είμαι και χριστιανός θέλω ν’ αποθάνω και δεν αρνούμαι ποτέ την πίστη μου με όσα μαρτύρια και αν μου κάνετε » .
Άρχισαν τότε τις κολακείες και τις φοβέρες. Βλέποντας ότι δεν κατάφερναν τίποτε, αφού τον ράβδισαν αρκετή ώρα, τον έκλεισαν σε μια σκοτεινή φυλακή .Εκεί ,για πολλές ημέρες , τον βασάνιζαν με στέρηση τροφής και νερού και με διάφορα άλλα βασανιστήρια. Όλα τα υπέμεινε ο άγιος με πολλή χαρά και γενναιότητα.
Τον έβγαλαν από τη φυλακή και τον οδήγησαν πάλι στον δικαστή, όπου έκαμε πάλι την ίδια ομολογία. Τότε ο δικαστής τον κατεδίκασε στον δια πυράς θάνατο.
 
Διέταξε να ανάψουν μια μεγάλη φωτιά στη μέση της αγοράς των Τρικάλων και να τον ρίξουν μέσα να καεί ζωντανός . Η διαταγή αμέσως εξετελέσθη. Εκεί μέσα στη φωτιά ο άγιος , χαρούμενος και δοξολογώντας τον Θεό, παρέδωσε το πνεύμα του.
Ένας Χριστιανός , αγγειοπλάστης στο επάγγελμα,, πήγε τη νύχτα στον τόπο του μαρτυρίου, μήπως βρει κάτι από το λείψανο του μάρτυρος να το πάρει, υποκινούμενος από ευλάβεια.
Ο τόπος εφρουρείτο όμως, όπως συνηθιζόταν , για τρία εικοσιτετράωρα. Κατόρθωσε να δωροδοκήσει τους φρουρούς, οι οποίοι του έδωσαν την κάρα του αγίου. Πήγε αμέσως στο σπίτι του και χωρίς να το γνωρίζει κανένας άλλος , άνοιξε μια τρύπα στον τοίχο , έβαλε μέσα την αγία κάρα και έκλεισε το άνοιγμα πάλι με πηλό.
 
Πέρασαν τα χρόνια, πέθανε ο αγγειοπλάστης και το σπίτι το αγόρασε κάποιος άλλος. Την ημέρα του μαρτυρίου του αγίου έβλεπε ο νέος ιδιοκτήτης ένα φως στο σημείο εκείνο του τοίχου και αναρωτιόταν τί να είναι άραγε. Τότε του αποκαλύφθηκε στον ύπνο του ότι εκεί ευρίσκεται κρυμμένη η κάρα του αγίου μάρτυρος Νικολάου. Αμέσως άνοιξε τον τοίχο και την βρήκε. Επειδή όμως έκρινε τον εαυτό του ανάξιο να έχει στο σπίτι του ένα τέτοιο πνευματικό θησαυρό , την πήρε και την αφιέρωσε στην Ι. Μ. Βαρλαάμ των Μετεώρων, όπου ευρίσκεται μέχρι σήμερα.
 
Πολλά θαύματα γίνονται με την προσκύνηση και τη λιτάνευση της αγίας κάρας. Όπως η απαλλαγή από λοιμώδη νόσο των κατοίκων των Τρικάλων και άλλων περιοχών, η επανειλημμένη εκδίωξη ακρίδων από διάφορες περιοχές καθώς επίσης και η θεραπεία ανίατων ασθενειών.
 
Πηγή: Romfea.gr
http://vatopaidi.wordpress.com
 
 

 

No votes yet

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΞ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ Ράπτης ἐξ Ἰωαννίνων

Ο Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης γεννήθηκε στὸ χωριὸ Τέροβο Ἰωαννίνων ἀπὸ φιλόθεους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπὸ νωρὶς ἐγκαταστάθηκε στὰ Ἰωάννινα, ὅπου ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ράπτη.
Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ Πατριάρχου Ἱερεμίου Α’ (1525 – 1545) καὶ ἐπὶ σουλτάνου Σουλεϊμὰν τοῦ Β’ (1520 – 1560).
 
Περικοσμούμενος μὲ ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ἀρετὲς κίνησε τὸν φθόνο τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι τὸν πίεζαν νὰ γίνει Μουσουλμάνος. Ὁ Ἰωάννης ὅμως ἀπέκρουε τὶς δελεαστικὲς προτάσεις τῶν Τούρκων καὶ ἀποφάσισε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὴν ἀγάπη του στὸν Χριστό.
 

Ἔτσι προσῆλθε στὸν πνευματικό του καί, ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε, δήλωσε τὸν πόθο του γιὰ τὸ μαρτύριο. Ὁ πνευματικὸς ὅμως τὸν ἀπέτρεψε κατ’ ἀρχὴν καὶ ἔτσι ὁ Ἰωάννης ἀνέβαλε τὴν ἐκτέλεση τῆς ἀποφάσεώς του. Συγκινημένος ὕστερα ἀπὸ λίγο, ἀπὸ τὴν ἀνάμνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου κατὰ τὴν Μεγάλη Πέμπτη, προσῆλθε καὶ πάλι στὸν πνευματικό του καὶ ζήτησε τὴν εὐχὴ καὶ τὴν εὐλογία του γιὰ τὸ μαρτύριο. Ἀπετράπη ὅμως γιὰ δεύτερη φορὰ ἀπὸ τὸν πνευματικό. Ἐκεῖνος ἐπανῆλθε ἐκ νέου μὲ σταθερὴ ἀπόφαση τὴν ἑπόμενη ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καὶ ἀφοῦ δήλωσε ὅτι εἶδε ὅραμα, κατὰ τὸ ὁποῖο χόρευε μέσα σὲ φλόγες μεγάλης φωτιᾶς, ἔλαβε ἀπὸ τὸν πνευματικό του τὴν ποθούμενη εὐλογία.
 
Μεταβαίνοντας στὸ ἐργαστήριό του εἶδε νὰ ἔρχονται κοντά του οἱ Τοῦρκοι ποὺ τὸν προέτρεπαν νὰ ἀλλαξοπιστήσει, οἱ ὁποῖοι αὐτὴ τὴ φορὰ τὸν συκοφαντοῦσαν λέγοντας ὅτι, ὅταν ἦταν στὰ Τρίκαλα, ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ὁ Νεομάρτυρας τοὺς ἀπάντησε μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «Μὴ γένοιτο ποτὲ νὰ πάθω τέτοια ἐγκατάλειψη ἀπὸ τὸν Θεό, ὥστε νὰ ἀρνηθῶ τὸν Χριστόν μου, ἀλλὰ ἐγὼ μὲ τὸν Χριστό μου ζῶ καὶ θέλω νὰ ζήσω, καὶ εἶμαι πρόθυμος νὰ ἀποθάνω γι’ Αὐτόν».
 
Ἔτσι, ὁ Ἰωάννης ἀφοῦ περιφρόνησε μὲ τοὺς λόγους του τὴ θρησκεία τοῦ Μωάμεθ, ἄναψε τὸν θυμὸ τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι μαινόμενοι ὅρμησαν ἐναντίων του καὶ ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Ὁμολογώντας καὶ ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ τὸν Χριστό, παραδόθηκε σὲ βασανιστήρια, τὰ ὁποία ὑπέμεινε μὲ καρτερία.
Στὴν συνέχεια τὸν ὁδήγησαν στὴ φυλακὴ καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖνος παρέμενε σταθερὰ ἀμετάθετος στὴν πατρώα εὐσέβεια ὁμολογώντας συνέχεια τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, καταδικάσθηκε στὸν διὰ πυρᾶς θάνατο.
 
Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Α’, κατόρθωσε μὲ πολλὰ χρήματα νὰ ἐπιτύχει τὴν ἀναβολὴ τῆς ἐκτελέσεως γιὰ λίγες ἡμέρες.
 
Τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου ὁ Ἰωάννης προσήχθη καὶ πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, πρὸ τοῦ ὁποίου μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ἐπανέλαβε ἀκλόνητος τὴ θερμὴ ὁμολογία τῆς πίστεώς του στὸν Κύριο καὶ Θεό μας καὶ ἔψαλλε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη». Τότε τὸν μαστίγωσαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ποὺ εἶχε ἀναφθεῖ μπροστὰ ἀπὸ μία τουρκικὴ οἰκία. Οἱ κάτοικοι τῆς οἰκίας αὐτῆς, ἐπειδὴ θεώρησαν τὰ γενόμενα μπροστὰ στὴν οἰκία τους ὡς κακὸ γι’ αὐτοὺς οἰωνό, διασκόρπισαν καὶ τὴ φωτιὰ καὶ τοὺς κατακαίοντες τὸν Ἅγιο, δήμιους.
 
Τότε οἱ δήμιοι, ἀφοῦ παρέλαβαν τὸν Ἅγιο μισοκαμένο καὶ ψάλλοντα διαρκῶς τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», ἄναψαν ἐκτὸς πόλεως νέα φωτιά, στὴν ὁποία μὲ χαρὰ πήδησε ὁ Ἰωάννης. Φιλομάρτυρες Χριστιανοί, γιὰ νὰ ἀπαλλάξουν τὸν Μάρτυρα ἀπὸ τὶς ὀδύνες τῆς φωτιᾶς, πλήρωσαν τοὺς δήμιους γιὰ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Ἔτσι τελειώθηκε ὁ Νεομάρτυς Ἰωάννης στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 1526.
 
Οἱ Χριστιανοὶ ἀγόρασαν ἀντὶ πολλῶν χρημάτων τὰ ἐκ τῆς πυρᾶς διασωθέντα ἐλάχιστα ἱερὰ λείψανα τοῦ Νεομάρτυρος καὶ τὰ διεφύλαξαν στὸν πατριαρχικὸ ναό.
 
Ὁ Νεομάρτυρας Ἰωάννης ἔγινε πασίγνωστος γιὰ τὰ θαύματά του σὲ ὁλόκληρο τὸ Γένος.
Ἡ μνήμη του στὰ Ἰωάννινα τελεῖται τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μαρίνας.
 
http://www.synaxarion.gr
ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

 

No votes yet

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΚ ΚΟΝΙΤΣΗΣ

image

 
                                                      Ο  ΑΓΙΟΣ  ΙΩΑΝΝΗΣ  Ο  ΕΚ  ΚΟΝΙΤΣΗΣ

Τὸ θαυμαστὸ στὸν Ἅγιό μας εἶναι ὅτι ὑπῆρξε ἀρχικά μωαμεθανὸς καὶ Τοῦρκος. Ὅμως, ὅταν, γιὰ ἄγνωστους σὲ μᾶς λόγους, βρέθηκε στὸ Ἀγρίνιο (ποὺ τότε λεγόταν Βραχώρι), ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπρόφθασε. Κι’ ὁ νέος στὴν ἡλικία Χασὰν ἑλκύσθηκε ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ θρησκεία.
Πῶς ἔγινε αὐτό; Βέβαια, δὲν τὸ γνωρίζουμε.
 
Γιατὶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου μᾶς «καταδιώκει» μὲ πολλοὺς τρόπους, χωρὶς ἐμεῖς νὰ τοὺς ἀντιλαμβανώμεθα. Τὸ πιὸ πιθανὸ εἶναι ὅτι ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν συνεπῆ καὶ ὑποδειγματικὴ χριστιανικὴ ζωὴ κάποιων κατοίκων τοῦ Ἀγρινίου, οἱ ὁποῖοι, ἐφαρμόζοντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ, ἦσαν «φῶς τοῦ κόσμου» καὶ «ἅλας τῆς γῆς» (Ματθ. Ε΄ 13 καὶ 14).
 
Γιατί, πραγματικά, ἡ προσπάθεια τοῦ κάθε χριστιανοῦ νὰ ζῇ σωστά, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι τὸ δυνατότερο κήρυγμα, ὅπως, ἀκριβῶς, τὸ διατυπώνει ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος : «δεῖξόν μοι τὴν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου» (Ἰακ. β΄ 18). Ἀντίθετα, ἡ ἀσυνέπεια στὴ ζωὴ καὶ στὴν καθημερινὴ ἀναστροφὴ κάποιων, κατ’ ὄνομα μόνον, χριστιανῶν, ἔχει σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ἰσχύῃ ὁ φοβερὸς λόγος τοῦ Θεοῦ : «δι’ ὑμᾶς βλασφημεῖται τὸ ὄνομά μου ἐν τοῖς ἔθνεσι» (Ρωμ. β΄ 24). Γίνονται, δηλαδή, αἰτία νὰ δυσφημῆται ἡ χριστιανικὴ πίστη ἀνάμεσα στοὺς ἀπίστους καὶ στοὺς εἰδωλολάτρες. Οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἄλλα ἀκοῦνε κι’ ἄλλα βλέπουν στὴν πράξη, εἶναι φυσικὸ νὰ ἀπεχθάνωνται τὸν Χριστιανισμὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία.
 
Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ὁ Χασὰν ἐγνώρισε τὸν Χριστὸ καὶ εἶχε σφοδρὴ ἐπιθυμία νὰ ἐνταχθῇ στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως στὸ Ἀγρίνιο κυριαρχοῦσαν οἱ Τοῦρκοι. Γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν ἀδύνατο νὰ ἀλλαξοπιστήσῃ ὁ Χασάν. Γιατὶ ὄχι μόνον ὁ ἴδιος θὰ ἐκινδύνευε τὰ ἔσχατα, ἀλλὰ καὶ ἡ ὀργὴ τῶν φανατικῶν μωαμεθανῶν κατακτητῶν θὰ ἔπεφτε σίγουρα στὰ κεφάλια τῶν χριστιανῶν.
Ἔτσι, οἱ προύχοντες τοῦ Ἀγρινίου, σκεπτόμενοι φρόνιμα καὶ συνετά, ἔστειλαν τὸν νεαρὸ Χασὰν στὴν Ἰθάκη (μιᾶς καὶ τὰ Ἑπτάνησα βρισκόντουσαν ὑπὸ τὴν κυριαρχία τῆς Βενετίας), ὅπου βαπτίσθηκε καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Ἰωάννης.
 
Ὅταν, κατόπιν, ἐπέστρεψε στὸ Ἀγρίνιο, νυμφεύθηκε μιὰ εὐσεβῆ χριστιανὴ κόρη καὶ ἐγκαταστάθηκε στὸ χωριὸ Μαχαλᾶς (σημερινὲς Φυτεῖες), ὅπου ἀσκοῦσε τὸ ἔργο τοῦ ἀγροφύλακα, ἀγωνιζόμενος νὰ ζῇ σὰν πιστὸ τέκνο τῆς Ἐκκλησίας.
 
Ὅμως, ὁ ἐχθρὸς διάβολος περίμενε τὴν κατάλληλη εὐκαιρία νὰ ἐπιτεθῇ στὸν δοῦλο τοῦ Χριστοῦ Ἰωάννη.
Κι’ αὐτὴ δὲν ἄργησε νὰ ἔλθῃ. Καὶ νὰ πῶς : Ὁ πατέρας τοῦ Ἰωάννη,ποὺ ἦταν σέχης στὴν Κόνιτσα (σέχης = θρησκευτικὸς ἀρχηγὸς τῶν «δερβίσηδων», δηλαδὴ τῶν μουσουλμάνων ἐκείνων, ποὺ ἀκολουθοῦσαν μιὰ μορφὴ - ἄς τὸ ποῦμε ἔτσι- μοναχισμοῦ) καὶ ποὺ ἔψαχνε συνέχεια νὰ τὸν βρῇ, ἀνεκάλυψε στὸ τέλος ὅτι τὸ παιδί του ζοῦσε στὸ Ἀγρίνιο καὶ ὅτι, μάλιστα, εἶχε γίνει χριστιανός.
 
Ἔσπευσε, λοιπόν, ἐκεῖ. Κι’ ἀφοῦ τὸν βρῆκε, προσπάθησε μὲ ταξίματα καὶ καλοπιάσματα νὰ τὸν ξαναφέρῃ στὸν μωαμεθανισμό. Ἀλλὰ ὁ νεαρὸς Ἰωάννης ἀποδείχθηκε γενναῖος καὶ ἀνυποχώρητος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ.
 
Γιατὶ καὶ τὰ μαρτύρια ὑπέμεινε καρτερικὰ καὶ τὸν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο δέχθηκε μὲ χαρά, ὅπως σημειώνεται χαρακτηριστικὰ σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ τροπάρια τῆς ἀκολουθίας του: «Τῆς ἀληθείας τὸ φῶς, ἐπιλάμψαν τῇ ψυχῇ σου, ἡμεροφαῆ σε ἀστέρα ἔδειξεν, Ἰωάννη μακάριε · λύχνος γὰρ τοῖς ποσί σου, κατὰ Δαβίδ ὁ θεῖος νόμος γέγονε, καὶ τὴν ὁδόν τοῦ μαρτυρίου, ἀπροσκόπτως διέβης, πάντα τοῦ ἐχθροῦ, ὑποσκελίσας τὰ σκάνδαλα· ὅθεν τῆς ἄνω δόξης κοινωνὸς ἐγένου, τὸν καρπὸν τῆς ζωῆς δρεπόμενος». (Δοξαστικὸ τῶν Αἴνων).
 
Ἀργότερα, τά ἱερά λείψανά του ἀνεκομίσθησαν καί μεταφέρθησαν στήν Ἱερά Μονή Προυσσοῦ Εὐρυτανίας. Ἀνευρέθησαν τόν Ἰανουάριο τοῦ 1974, ἕνα δέ τμῆμα ἀπό αὐτά μεταφέρθηκε, τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1978, στήν Κόνιτσα.
Ἔτσι, λοιπὸν, ἕνα μοσχομύριστο κρίνο, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, προστέθηκε στὸν χορὸ τῶν Νεομαρτύρων στὶς 23 Σεπτεμβρίου 1814 καὶ ἀποτελεῖ τιμὴ καὶ καύχημα γιὰ τὴν γενέτειρά του.
Γι’ αὐτὸ, δικαιολογημένα ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ψάλλει: «Σὲ ἡ Κόνιτσα, ὑμνολογοῦσα Ἅγιε, ἡ σὲ βλαστήσασα, ἀπὸ ψυχῆς σοι βοᾷ· δεινῶν περιστάσεων, φύλαττε ἄτρωτον τὴν πατρίδα σου, προστρέχουσαν τῇ σκέπῃ σου, Ἰωάννη Νεομάρτυς» (ἀπὸ τὴν ζ΄ ᾠδὴ τοῦ Κανόνος).
 
Ἀπολυτίκιον
Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου τοῦ ἐκ Κονίτσης
(Ἦχος Α’)
Τῆς Κονίτσης τὸν γόνον, Βραχωρίου (=Ἀγρινίου) τὸ καύχημα, καὶ Χριστοῦ ὁπλίτην τὸν νέον Ἰωάννην τιμήσωμεν· ἐκ ῥίζης γὰρ δυσώδους προελθῶν, ἐνήθλησε λαμπρῶς ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ κινδύνων ἐξαιτεῖται ἀπαλλαγήν, τοῖς πρὸς αὐτὸν κραυγάζουσι· Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, ἡμῖν παθῶν ἐκλύτρωσιν.
 
( Πηγή : ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΡΥΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ , ΠΩΓΩΝΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΚΟΝΙΤΣΗΣ από τον δικτυακό τόπο : http://www.imdpk.gr)

 

No votes yet

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ο ΕΚ ΣΑΜΑΡΙΝΗΣ

image

 
 Ο  Άγιος Δημήτριος ο εκ Σαμαρίνης (Μαρτύρησε στα Ιωάννινα στις 18 Αυγούστου 1808)

Οι πληροφορίες για το μαρτύριο του Αγίου Νεομάρτυρος Δημητρίου προέρχονται από τον Γάλλο Πρόξενο στα Ιωάννινα Pouqueville.
 
Ο Pouqueville συνάντησε τον Άγιο, ο οποίος ήταν μαθητής του πατρο-Κοσμά του Αιτωλού, μαζί με τον αρχηγό της επαναστάσεως στη Θεσσαλία παπα-Ευθύμιο Βλαχάβα στα βουνά της Πίνδου και ήταν παρών στην ανάκριση και στο μαρτύριό του.
Ο Άγιος καταγόταν από το χωριό Σαμαρίνα της Πίνδου και ήταν μοναχός στο παλαιό μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής της πατρίδας του. Αναλογιζόμενος όμως με πόνο την κακή πνευματική κατάσταση των Ελλήνων τότε αλλά και τις διώξεις και τους εξευτελισμούς που υφίσταντο, βγήκε από το μοναστήρι του και διέτρεχε τα χωριά κηρύττοντας τον λόγο του Θεού, νουθετώντας και παρηγορώντας τους Χριστιανούς. Εκείνη την εποχή τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα οξυμένα ,εξαιτίας του κινήματος του παπα-Βλαχάβα.
 

Επειδή μιλούσε για την βασιλεία του Θεού κατηγορήθηκε ο Άγιος ως στασιαστής και οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος μπροστά στον Αλή Πασά , διότι οι Τούρκοι το περί της βασιλείας του Θεού κήρυγμα το αντιλαμβάνονταν με κοσμικό ανατρεπτικό περιεχόμενο.
Ο Αλή Πασάς ανέκρινε τον μάρτυρα, ο οποίος κρατούσε στο στήθος του ένα εικόνισμα της Παναγίας, και προσπαθούσε να δημιουργήσει «συνενόχους», να μπλέξει σε ψευδή συνομωσία τους ορθόδοξους Αρχιερείς της Θεσσαλίας. Επειδή δεν κατάφερε αυτό που ήθελε, διέταξε να βασανιστεί ο Άγιος μπροστά του λέγοντάς του ειρωνικά: Ας δούμε αν θα σε υπερασπιστεί τώρα ( η Παναγία).
 
Οι δήμιοι έφεραν τον μοναχό στα πόδια του τυράννου που τον έφτυσε καταπρόσωπο. Του απέσπασαν την αγία εικόνα, του έμπηξαν αιχμηρές σφήνες από καλάμια στα νύχια των χεριών και των ποδιών και του διαπέρασαν τους βραχίονες. Από το στόμα του μάρτυρος έβγαιναν μόνο οι λέξεις : Κύριε ελέησον τον δούλον σου, Βασίλισσα των ουρανών ικέτευε υπέρ ημών. Στη συνέχεια έσφιξαν γύρω από το κεφάλι του αλυσίδα από οστά, διατάζοντάς τον να ομολογήσει τους συνενόχους του. Η αλυσίδα έσπασε από το δυνατό σφίξιμο, ο μάρτυρας όμως δεν δυσανασχετεί, μόνο λυπάται που οι βασανιστές του βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία. Στη συνέχεια τον έριξαν στη φυλακή.
 
Την επομένη τον κρέμασαν από τα πόδια κα άναψαν κάτω από το κεφάλι του φωτιά ώστε να καίγεται το δέρμα της κεφαλής και να πνίγεται από τον καπνό .Τον κατέβασαν τελικά φοβούμενοι μήπως πεθάνει γρήγορα. Τον ξάπλωσαν κάτω και τον πλάκωσαν μ’ ένα βαρύ τραπέζι πάνω στο οποίο ανέβηκαν και πηδούσαν για να συντριβούν τα οστά του. Τέλος τον θανάτωσαν με άλλο μαρτύριο .
Τον έχτισαν μέσα σ’ ένα τοίχο , αφήνοντας έξω μόνο το κεφάλι για να αναπνέει και τον έτρεφαν μάλιστα για να παρατείνουν την αγωνία του. Έζησε στο μαρτύριο αυτό δέκα ημέρες. Παρέδωσε την αγία του ψυχή με τα λόγια του Αγίου μάρτυρος Βαβύλα, επισκόπου Αντιοχείας : Επίστρεψον, ψυχή μου, εις την ανάπαυσίν σου, ότι ο Κύριος ευηργέτησέ σε.
 
Από το μαρτύριο συγκλονίστηκε ένας από τους παρόντες μωαμεθανούς, πίστεψε στον Χριστό, βαπτίστηκε και έλαβε το όνομα Γεώργιος. Συνελήφθη στο Αγρίνιο από τους ανθρώπους του Αλή και έλαβε τόσο φρικτό θάνατο, όπως γράφει ο Pouqueville , που δεν τολμά να το αναφέρει.
 
 
 
http://vatopaidi.wordpress.com
 

 
 

No votes yet

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΘΕΟΦΑΝΗΣ ΚΑΙ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΟΙ ΑΨΑΡΑΔΕΣ

Όσιοι Νεκτάριος και Θεοφάνης οι αυτάδελφοι κτήτορες της Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων

Οι Άγιοι αυτάδελφοι ιερομόναχοι Νεκτάριος και Θεοφάνης ήταν γέννημα και θρέμμα του αρχοντικού οίκου των Αψαράδων στα Ιωάννινα, έναν οίκο που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στη ζωή της Ηπειρωτικής πρωτεύουσας.
Αρχικά το επώνυμο ξεκίνησε ως Οψαράς και σημαίνει τον ιχθυοπώλη, από το όψον - οψάριον - ψάρι. Από την διαλάληση των ιχθυοπωλών [ο ψαράς] κατά φωνητική αλίωση προήλθε το [αψαράς] και εξ αυτού και το επώνυμο Αψαράς. Αργότερα από το οψαράς προήλθε το «ο ψαράς».
Έντονη είναι η παρουσία και η ανάμειξη μελών της οικογένειας των Αψαράδων στα πολιτικά πράγματα της Ηπείρου, κατά την διάρκεια της εξουσίας του Σέρβου Δεσπότου Θωμά Πρελιούμποβιτς (1366/7 - 1384 μ.Χ.). Αναφέρεται ο Μιχαήλ Αψαράς «άνδρας επίβουλος, καταδότης και φαύλος», τον οποίο τίμησε για τις υπηρεσίες του ο τύραννος με το αξίωμα του πρωτοβεστιάριου. Μετά την δολοφονία του Πρελιούμποβιτς, ο Μιχαήλ Αψαράς συλλαμβάνεται, τυφλώνεται και κατόπιν εξορίζεται. Αντίθετα ο συγγενής του Θεόδωρος Αψαράς καλείται ως σύμβουλος από την χήρα του δυνάστου Μαρία Αγγελίνα Παλαιολογίνα και «…ἐντίμως τὸν ἀποστάτην θάπτουσι καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτῆς τὸν βασιλέα Ἰωάσαφ εἰσφέρουσιν…».

Οι δύο Όσιοι γεννήθηκαν στα Ιωάννινα, στα τέλη του 15ου αιώνα μ.Χ. Οι ίδιοι ξεκινούν την αυτοβιογραφία τους από την στιγμή που αφιερώθηκαν στον Θεό, χωρίς να κάνουν καμία μνεία για την αρχοντική καταγωγή τους, την ανατροφή, την μόρφωση και την περιουσία τους. Οι γονείς τους και οι τρεις αδελφές τους ενδύθηκαν το μοναχικό σχήμα και κατοικούσαν σε κάποιο κελλί κοντά στο χωριό του νησιού. Το όνομα της τρίτης αδελφής των Οσίων, πιθανότατα είναι Μαγδαληνή.

Οι δύο αυτοί αδελφοί, Νεκτάριος και Θεοφάνης, οι Αψαράδες, έλαβαν μια αξιόλογη για την εποχή τους παιδεία στην περίφημη μονή των Φιλανθρωπηνών επί ηγουμένου Μακαρίου Φιλανθρωπηνού. Όμως, τα πλούτη, η δόξα, η ικανή μόρφωση στάθηκαν αδύνατα να νικήσουν την θεϊκή τους αγάπη. Σε πολύ νεαρή ηλικία, οιστρηλατημένοι από τον θείο έρωτα, κατέφυγαν στον μοναχισμό ξεκινώντας από την Ηπειρωτική πρωτεύουσα και δικαιώνοντας τον χαρακτηρισμό της ως «Μοναχοπόλεως». Το ιερό μοναχικό σχήμα περιεβλήθησαν κατά το 1495 μ.Χ. από κάποιον Όσιο γέροντα, Σάββα ονομαζόμενο (τιμάται 3 Φεβρουαρίου). Κοντά του έμειναν δέκα ολόκληρα χρόνια, στο ασκητήριο του Τιμίου Προδρόμου της νήσου των Ιωαννίνων μέχρι την κοίμησή του, στις 9 Απριλίου 1505 μ.Χ., συλλέγοντας τους καρπούς της ησυχαστικής ζωής.

Μετά την κοίμηση του πνευματικού τους πατέρα Σάββα ανεχώρησαν για το Άγιον Όρος, στην αστείρευτη πηγή του αναχωρητισμού, για να αντλήσουν νέα στηρίγματα για την κατοπινή τους μοναχική πορεία. Στο «Περιβόλι της Παναγίας» έγιναν δεκτοί από τον πρώην Οικουμενικό Πατριάρχη Νήφωνα Β' (τιμάται 11 Αυγούστου), ο οποίος μόναζε στη μονή Διονυσίου μετά από την Τρίτη εκλογή του το 1502 μ.Χ.

Κατά το διάστημα της σύντομης παραμονής τους στη μονή Διονυσίου ζήτησαν και έλαβαν από τον αγιασμένο και φωτισμένο πνευματικό τους καθοδηγητή, Πατριάρχη Νήφωνα, «όρο και κανόνα μοναχικής καταστάσεως». Αφού με την διδασκαλία του εκπλήρωσε τις επιθυμίες τους και με την αγαθή καρδιά του τους όπλισε με τα απαραίτητα εφόδια για την πνευματική τους σωτηρία, τους συμβούλεψε να επιστρέψουν στο κελλί της μετανοίας τους, συνεχίζοντας εκεί τους ασκητικούς αγώνες τους.

Υπακούοντας στις παραινέσεις και στις εντολές του Πατριάρχου Νήφωνος, που στάθηκε γι' αυτούς δεύτερος πνευματικός πατέρας και με την υπόσχεση ότι δεν θα παρέκλιναν απ' όσα του παρήγγειλε, γύρισαν στο κελλί τους, στο νησί των Ιωαννίνων.

Επειδή όμως το βρήκαν κατειλημμένο από κάποιους κοσμικούς άρχοντες, οι οποίοι μάλιστα προέβαλαν και κτιτορικά δικαιώματα επάνω του, αναγκάσθηκαν να το εγκαταλείψουν για δεύτερη φορά. Κατέφυγαν στα ενδότερα μέρη του νησιού, όπου βρήκαν, κατά την επιθυμία τους, τόπο κατάλληλο για ησυχία και άσκηση, κοντά σε κάποιο άλλο μισοερειπωμένο και έρημο ησυχαστήριο, αφιερωμένο στον Άγιο Παντελεήμονα. Αυτό ήταν κτισμένο σε μια σπηλιά, επάνω από τη λίμνη, όπου τα νερά της είχαν εισχωρήσει μέσα στην κοιλότητα του βράχου σχηματίζοντας μια πελώρια «Γούβα», όπως τοπικά ονομαζόταν.

Πριν πολλά χρόνια είχε αγιάσει στον τόπο αυτό, ένας περίφημος για την άσκησή του ερημίτης, ο Αντώνιος. Δεκαοκτώ χρόνια είχε μείνει έγκλειστος στο κελλί και είχε προικισθεί από τον Θεό για την πολλή του καθαρότητα με διορατικό χάρισμα.

Ευθύς αμέσως επισκέφθηκαν και έλαβαν από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων την ευλογία του και την έγγραφη άδεια του για την ανέγερση νέου ησυχαστηρίου. Για περισσότερη ασφάλεια ζήτησαν και την έκγριση του Οικουμενικού Πατριάρχου Παχωμίου Α' (1503 - 1504 μ.Χ., 1504 - 1513 μ.Χ.). Εκείνος με ιδιόγραφο πατριαρχικό γράμμα του στήριξε τις προσπάθειές τους, ενισχύοντάς τους μάλιστα με τη διαβεβαίωση, όπως έκανε και ο Μητροπολίτης, ότι κανένας δεν θα τους εμπόδιζε στο θεάρεστο έργο τους.

Αφού εξασφάλισαν την απαιτούμενη άδεια και έγκριση, προχώρησαν αμέσως στην ανέγερση ναού και στο κτίσιμο κελλιών. Η κτιτορική δημιουργία στην πράξη αποδείχθηκε ένας μεγάλος και κοπιαστικός αγώνας. Όλη την ημέρα οι Όσιοι δούλευαν να κόψουν ένα μεγάλο τμήμα βράχου, να γεμίσουν με χώμα και πέτρες την γούβα, για να αρχίσουν κατόπιν το κτίσιμο. Τελικά το 1506/1507 μ.Χ. ανήγειραν με προσωπικά τους έξοδα το ναό του Τιμίου Προδρόμου και μαζί με αυτόν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, περατώθηκε και η ανέγερση των κελλιών και των λοιπών απαραίτητων οικοδομών.

Οι ιερομόναχοι Νεκτάριος και Θεοφάνης ήταν κτίτορες ενός ακόμα μοναστηριού. Μετά την ανέγερση της μονής του Τιμίου Προδρόμου στο νησί, ανήγειραν για τις αδελφές τους και τους γονείς τους το μοναστικό ησυχαστήριο του Αγίου Νικολάου στο Λεπενό.

Η ιερά μονή Αγίου Νικολάου Λεπενού με την διαθήκη των κτιτόρων κληροδοτήθηκε στην ιερά μονή Βαρλαάμ. Αυτήν την χρησιμοποιούσε από τα μέσα του 16ου αιώνα μ.Χ. ως Μετόχι και ως κατάλυμα σταθμεύσεως των διακονητών Βαρλααμιτών, που φρόντιζαν τα κτήματα των Αψαράδων στην Ουσδίνα.

Η πορεία τους συνεχίστηκε με δοκιμασίες. Η τελευταία επίθεση εναντίων τους ήταν η πιο επώδυνη. Τα βέλη δεν προέρχονταν από τους αλλόπιστους Τούρκους, αλλά από αυτούς τους ίδιους τους εκκλησιαστικούς και κοσμικούς άρχοντες του τόπου, για λόγους τους οποίους, όπως αναφέρουν στην αυτοβιογραφίες τους, δεν θέλησαν να κοινοποιήσουν.

Βλέποντας όλη αυτή την δοκιμασία, τον πόλεμο και την κακία των εχθρών να αυξάνεται, ήλθε στο νού τους η συμβουλή του αγιορείτη γέροντός τους, του Αγίου Νήφωνος, που προορατικά τους είχε πει: «Ὅταν καταλάβη ὑμᾶς πειρασμός, μὴ ἀντιστῆτε αὐτῶ, ἀλλὰ ἀναχωρήσατε ἐν μοναστηρίῳ καὶ εἰρηνεύσετε».

Πράγματι μετά από τέσσερα περίπου χρόνια παραμονής τους στα Ιωάννινα εγκατέλειψαν οριστικά πια τη νεόκτιστη μονή τους και μετέβησαν κατά το 1510/11 μ.Χ. στους μετεωρίτικους βράχους αναζητώντας εκεί τη νέα εστία για την ασκητική τους τελείωση.

Τους δόθηκε από τους πατέρες της Σκήτης του Μεγάλου Μετεώρου ο στύλος του Ιερού Προδρόμου όπου και παρέμειναν για επτά χρόνια.

Η στενότητα όμως του βράχου και το ανθυγιεινό κλίμα από τους δυνατούς ανέμους δεν τους επέτρεψε να παραμείνουν περισσότερο εκεί. Γι' αυτό και στράφηκαν στην αναζήτηση καταλληλότερου χώρου. Από το πλήθος των μετεωρίτικων βράχων τους είλκυσε περισσότερο ένας πλατύς και ευάερος λίθος, ησυχαστικός και αρκετά ευρύχωρος, κατάλληλος για κατοικία, ο οποίος ονομαζόταν του Βαρλαάμ. Η επωνυμία αυτή ήταν παρμένη από τον πρώτο ερημίτη - οικιστή, που σκαρφάλωσε και εγκαταβίωσε στην απάτητη αυτή κορυφή.

Στον βράχο λοιπόν του Βαρλαάμ, ο οποίος ήταν ολοκληρωτικά έρημος και ακατοίκητος πριν από πολλά χρόνια, οι δύο Όσιοι ανέβηκαν και εγκαταστάθηκαν με την άδεια του Μητροπολίτου Λαρίσης Βησσαρίωνος και του τότε καθηγουμένου της ιεράς μονής του Μεγάλου Μετεώρου τον Οκτώβριο του 1517/18 μ.Χ.

Αμέσως μετά την ανάβασή τους στον βράχο άρχισαν τις οικοδομικές τους εργασίες, γιατί δεν σώζονταν τίποτε από τα παλαιότερα κτίσματα. Αφού έκτισαν μερικά πρόχειρα κελλιά για κατοίκηση, πρώτη τους δουλειά ήταν να ανεγείρουν τον τέλεια ερειπωμένο ναό. Από το παλαιό εκκλησάκι, που ο ερημίτης Βαρλαάμ είχε αφιερώσει στους Αγίους Τρεις Ιεράρχες, σώζονταν μόνο μερικά ετοιμόρροπα τμήματα από το Άγιο Βήμα, που εξυπηρετούσαν τις θρησκευτικές τους ανάγκες για αρκετό καιρό.

Γι' αυτό, με ανεξάντλητους σωματικούς κόπους και ταλαιπωρίες, με την αμέριστη συμπαράσταση των Οσίων υποτακτικών τους, Βενεδίκτου και Παχωμίου, οι οποίοι ήταν από την αρχή μαζί τους και με τη Χάρη του Θεού προχώρησαν στην εκ βάθρων ανέγερση του ναού.

Για περισσότερα από τριάντα χρόνια απαρασάλευτη φύλαξαν την ακολουθία των θείων ύμνων και προσευχών, την ολονύκτια αγρυπνία των Κυριακών, καθώς και κάθε άλλης δεσποτικής εορτής ή και μνήμης μεγάλου Αγίου, ενώ κατά τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδος το ήμισυ της νυκτός το είχαν αφιερώσει στη δοξολογία του Θεού. Η δε καθημερινή τους δίαιτα ήταν υπερβολικά ασκητική και αδιάπτωτη.

Το 1542 μ.Χ. θεμελίωσαν το ναό των Αγίων Πάντων. Στις 17 Μαΐου του 1544 μ.Χ., ημέρα Σάββατο, την ενάτη βυζαντινή ώρα ο ναός των Αγίων Πάντων ολοκληρώθηκε.

Εν τω μεταξύ, ο Όσιος Θεοφάνης είχε ήδη δέκα μήνες ασθενής στο κρεβάτι και εξαντλημένος από την ασθένειά του βρισκόταν στα πρόθυρα του θανάτου του. Και, ενώ όλοι οι συμπαραστεκόμενοι αδελφοί και πατέρες γύρω του έκλαιγαν και θρηνούσαν και με μάτια δακρυσμένα έψελναν τον κατανυκτικό Παρακλητικό Κανόνα, έγινε ένα θαύμα. Ξαφνικά ένα υπέρλαμπρο και διαυγέστατο αστέρι είχε σταθεί πάνω από το κελλί του Οσίου, καταλάμποντάς το με υπερκόσμιο φως! Με την δύση του ηλίου η ψυχή του Οσίου Θεοφάνους μετέστη στις αιώνιες μονές. Ταυτόχρονα έσβησε και το υπερφυσικό αστέρι, σημείο της αμέτρητης δόξας που τον περίμενε στην ουράνια πολιτεία. Έξι χρόνια αργότερα, δεύτερη ημέρα της Διακαινησίμου, στις 7 Απριλίου 1550 μ.Χ., αναπαύθηκε και ο Όσιος Νεκτάριος. Ο τάφος τους και τα άγια λείψανά τους, το δεξί χέρι του Οσίου Νεκταρίου και το αριστερό χέρι του Οσίου Θεοφάνους με άφθαρτο το δέρμα επί των αγίων οστών τους, αποτελούν πηγή δυνάμεως για τους αδελφούς της μονής και τους ευλαβείς προσκυνητές.

 
Επειδή όμως το βρήκαν κατειλημμένο από κάποιους κοσμικούς άρχοντες, οι οποίοι μάλιστα προέβαλαν και κτιτορικά δικαιώματα επάνω του, αναγκάσθηκαν να το εγκαταλείψουν για δεύτερη φορά. Κατέφυγαν στα ενδότερα μέρη του νησιού, όπου βρήκαν, κατά την επιθυμία τους, τόπο κατάλληλο για ησυχία και άσκηση, κοντά σε κάποιο άλλο μισοερειπωμένο και έρημο ησυχαστήριο, αφιερωμένο στον Άγιο Παντελεήμονα. Αυτό ήταν κτισμένο σε μια σπηλιά, επάνω από τη λίμνη, όπου τα νερά της είχαν εισχωρήσει μέσα στην κοιλότητα του βράχου σχηματίζοντας μια πελώρια «Γούβα», όπως τοπικά ονομαζόταν.

Πριν πολλά χρόνια είχε αγιάσει στον τόπο αυτό, ένας περίφημος για την άσκησή του ερημίτης, ο Αντώνιος. Δεκαοκτώ χρόνια είχε μείνει έγκλειστος στο κελλί και είχε προικισθεί από τον Θεό για την πολλή του καθαρότητα με διορατικό χάρισμα.

Ευθύς αμέσως επισκέφθηκαν και έλαβαν από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων την ευλογία του και την έγγραφη άδεια του για την ανέγερση νέου ησυχαστηρίου. Για περισσότερη ασφάλεια ζήτησαν και την έκγριση του Οικουμενικού Πατριάρχου Παχωμίου Α' (1503 - 1504 μ.Χ., 1504 - 1513 μ.Χ.). Εκείνος με ιδιόγραφο πατριαρχικό γράμμα του στήριξε τις προσπάθειές τους, ενισχύοντάς τους μάλιστα με τη διαβεβαίωση, όπως έκανε και ο Μητροπολίτης, ότι κανένας δεν θα τους εμπόδιζε στο θεάρεστο έργο τους.

Αφού εξασφάλισαν την απαιτούμενη άδεια και έγκριση, προχώρησαν αμέσως στην ανέγερση ναού και στο κτίσιμο κελλιών. Η κτιτορική δημιουργία στην πράξη αποδείχθηκε ένας μεγάλος και κοπιαστικός αγώνας. Όλη την ημέρα οι Όσιοι δούλευαν να κόψουν ένα μεγάλο τμήμα βράχου, να γεμίσουν με χώμα και πέτρες την γούβα, για να αρχίσουν κατόπιν το κτίσιμο. Τελικά το 1506/1507 μ.Χ. ανήγειραν με προσωπικά τους έξοδα το ναό του Τιμίου Προδρόμου και μαζί με αυτόν, σε σύντομο χρονικό διάστημα, περατώθηκε και η ανέγερση των κελλιών και των λοιπών απαραίτητων οικοδομών.

Οι ιερομόναχοι Νεκτάριος και Θεοφάνης ήταν κτίτορες ενός ακόμα μοναστηριού. Μετά την ανέγερση της μονής του Τιμίου Προδρόμου στο νησί, ανήγειραν για τις αδελφές τους και τους γονείς τους το μοναστικό ησυχαστήριο του Αγίου Νικολάου στο Λεπενό.

Η ιερά μονή Αγίου Νικολάου Λεπενού με την διαθήκη των κτιτόρων κληροδοτήθηκε στην ιερά μονή Βαρλαάμ. Αυτήν την χρησιμοποιούσε από τα μέσα του 16ου αιώνα μ.Χ. ως Μετόχι και ως κατάλυμα σταθμεύσεως των διακονητών Βαρλααμιτών, που φρόντιζαν τα κτήματα των Αψαράδων στην Ουσδίνα.

Η πορεία τους συνεχίστηκε με δοκιμασίες. Η τελευταία επίθεση εναντίων τους ήταν η πιο επώδυνη. Τα βέλη δεν προέρχονταν από τους αλλόπιστους Τούρκους, αλλά από αυτούς τους ίδιους τους εκκλησιαστικούς και κοσμικούς άρχοντες του τόπου, για λόγους τους οποίους, όπως αναφέρουν στην αυτοβιογραφίες τους, δεν θέλησαν να κοινοποιήσουν.

Βλέποντας όλη αυτή την δοκιμασία, τον πόλεμο και την κακία των εχθρών να αυξάνεται, ήλθε στο νού τους η συμβουλή του αγιορείτη γέροντός τους, του Αγίου Νήφωνος, που προορατικά τους είχε πει: «Ὅταν καταλάβη ὑμᾶς πειρασμός, μὴ ἀντιστῆτε αὐτῶ, ἀλλὰ ἀναχωρήσατε ἐν μοναστηρίῳ καὶ εἰρηνεύσετε».

Πράγματι μετά από τέσσερα περίπου χρόνια παραμονής τους στα Ιωάννινα εγκατέλειψαν οριστικά πια τη νεόκτιστη μονή τους και μετέβησαν κατά το 1510/11 μ.Χ. στους μετεωρίτικους βράχους αναζητώντας εκεί τη νέα εστία για την ασκητική τους τελείωση.

Τους δόθηκε από τους πατέρες της Σκήτης του Μεγάλου Μετεώρου ο στύλος του Ιερού Προδρόμου όπου και παρέμειναν για επτά χρόνια.

Η στενότητα όμως του βράχου και το ανθυγιεινό κλίμα από τους δυνατούς ανέμους δεν τους επέτρεψε να παραμείνουν περισσότερο εκεί. Γι' αυτό και στράφηκαν στην αναζήτηση καταλληλότερου χώρου. Από το πλήθος των μετεωρίτικων βράχων τους είλκυσε περισσότερο ένας πλατύς και ευάερος λίθος, ησυχαστικός και αρκετά ευρύχωρος, κατάλληλος για κατοικία, ο οποίος ονομαζόταν του Βαρλαάμ. Η επωνυμία αυτή ήταν παρμένη από τον πρώτο ερημίτη - οικιστή, που σκαρφάλωσε και εγκαταβίωσε στην απάτητη αυτή κορυφή.

Στον βράχο λοιπόν του Βαρλαάμ, ο οποίος ήταν ολοκληρωτικά έρημος και ακατοίκητος πριν από πολλά χρόνια, οι δύο Όσιοι ανέβηκαν και εγκαταστάθηκαν με την άδεια του Μητροπολίτου Λαρίσης Βησσαρίωνος και του τότε καθηγουμένου της ιεράς μονής του Μεγάλου Μετεώρου τον Οκτώβριο του 1517/18 μ.Χ.

Αμέσως μετά την ανάβασή τους στον βράχο άρχισαν τις οικοδομικές τους εργασίες, γιατί δεν σώζονταν τίποτε από τα παλαιότερα κτίσματα. Αφού έκτισαν μερικά πρόχειρα κελλιά για κατοίκηση, πρώτη τους δουλειά ήταν να ανεγείρουν τον τέλεια ερειπωμένο ναό. Από το παλαιό εκκλησάκι, που ο ερημίτης Βαρλαάμ είχε αφιερώσει στους Αγίους Τρεις Ιεράρχες, σώζονταν μόνο μερικά ετοιμόρροπα τμήματα από το Άγιο Βήμα, που εξυπηρετούσαν τις θρησκευτικές τους ανάγκες για αρκετό καιρό.

Γι' αυτό, με ανεξάντλητους σωματικούς κόπους και ταλαιπωρίες, με την αμέριστη συμπαράσταση των Οσίων υποτακτικών τους, Βενεδίκτου και Παχωμίου, οι οποίοι ήταν από την αρχή μαζί τους και με τη Χάρη του Θεού προχώρησαν στην εκ βάθρων ανέγερση του ναού.

Για περισσότερα από τριάντα χρόνια απαρασάλευτη φύλαξαν την ακολουθία των θείων ύμνων και προσευχών, την ολονύκτια αγρυπνία των Κυριακών, καθώς και κάθε άλλης δεσποτικής εορτής ή και μνήμης μεγάλου Αγίου, ενώ κατά τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδος το ήμισυ της νυκτός το είχαν αφιερώσει στη δοξολογία του Θεού. Η δε καθημερινή τους δίαιτα ήταν υπερβολικά ασκητική και αδιάπτωτη.

Το 1542 μ.Χ. θεμελίωσαν το ναό των Αγίων Πάντων. Στις 17 Μαΐου του 1544 μ.Χ., ημέρα Σάββατο, την ενάτη βυζαντινή ώρα ο ναός των Αγίων Πάντων ολοκληρώθηκε.

Εν τω μεταξύ, ο Όσιος Θεοφάνης είχε ήδη δέκα μήνες ασθενής στο κρεβάτι και εξαντλημένος από την ασθένειά του βρισκόταν στα πρόθυρα του θανάτου του. Και, ενώ όλοι οι συμπαραστεκόμενοι αδελφοί και πατέρες γύρω του έκλαιγαν και θρηνούσαν και με μάτια δακρυσμένα έψελναν τον κατανυκτικό Παρακλητικό Κανόνα, έγινε ένα θαύμα. Ξαφνικά ένα υπέρλαμπρο και διαυγέστατο αστέρι είχε σταθεί πάνω από το κελλί του Οσίου, καταλάμποντάς το με υπερκόσμιο φως! Με την δύση του ηλίου η ψυχή του Οσίου Θεοφάνους μετέστη στις αιώνιες μονές. Ταυτόχρονα έσβησε και το υπερφυσικό αστέρι, σημείο της αμέτρητης δόξας που τον περίμενε στην ουράνια πολιτεία. Έξι χρόνια αργότερα, δεύτερη ημέρα της Διακαινησίμου, στις 7 Απριλίου 1550 μ.Χ., αναπαύθηκε και ο Όσιος Νεκτάριος. Ο τάφος τους και τα άγια λείψανά τους, το δεξί χέρι του Οσίου Νεκταρίου και το αριστερό χέρι του Οσίου Θεοφάνους με άφθαρτο το δέρμα επί των αγίων οστών τους, αποτελούν πηγή δυνάμεως για τους αδελφούς της μονής και τους ευλαβείς προσκυνητές.

Η στενότητα όμως του βράχου και το ανθυγιεινό κλίμα από τους δυνατούς ανέμους δεν τους επέτρεψε να παραμείνουν περισσότερο εκεί. Γι' αυτό και στράφηκαν στην αναζήτηση καταλληλότερου χώρου. Από το πλήθος των μετεωρίτικων βράχων τους είλκυσε περισσότερο ένας πλατύς και ευάερος λίθος, ησυχαστικός και αρκετά ευρύχωρος, κατάλληλος για κατοικία, ο οποίος ονομαζόταν του Βαρλαάμ. Η επωνυμία αυτή ήταν παρμένη από τον πρώτο ερημίτη - οικιστή, που σκαρφάλωσε και εγκαταβίωσε στην απάτητη αυτή κορυφή.

Στον βράχο λοιπόν του Βαρλαάμ, ο οποίος ήταν ολοκληρωτικά έρημος και ακατοίκητος πριν από πολλά χρόνια, οι δύο Όσιοι ανέβηκαν και εγκαταστάθηκαν με την άδεια του Μητροπολίτου Λαρίσης Βησσαρίωνος και του τότε καθηγουμένου της ιεράς μονής του Μεγάλου Μετεώρου τον Οκτώβριο του 1517/18 μ.Χ.

Αμέσως μετά την ανάβασή τους στον βράχο άρχισαν τις οικοδομικές τους εργασίες, γιατί δεν σώζονταν τίποτε από τα παλαιότερα κτίσματα. Αφού έκτισαν μερικά πρόχειρα κελλιά για κατοίκηση, πρώτη τους δουλειά ήταν να ανεγείρουν τον τέλεια ερειπωμένο ναό. Από το παλαιό εκκλησάκι, που ο ερημίτης Βαρλαάμ είχε αφιερώσει στους Αγίους Τρεις Ιεράρχες, σώζονταν μόνο μερικά ετοιμόρροπα τμήματα από το Άγιο Βήμα, που εξυπηρετούσαν τις θρησκευτικές τους ανάγκες για αρκετό καιρό.

Γι' αυτό, με ανεξάντλητους σωματικούς κόπους και ταλαιπωρίες, με την αμέριστη συμπαράσταση των Οσίων υποτακτικών τους, Βενεδίκτου και Παχωμίου, οι οποίοι ήταν από την αρχή μαζί τους και με τη Χάρη του Θεού προχώρησαν στην εκ βάθρων ανέγερση του ναού.

Για περισσότερα από τριάντα χρόνια απαρασάλευτη φύλαξαν την ακολουθία των θείων ύμνων και προσευχών, την ολονύκτια αγρυπνία των Κυριακών, καθώς και κάθε άλλης δεσποτικής εορτής ή και μνήμης μεγάλου Αγίου, ενώ κατά τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδος το ήμισυ της νυκτός το είχαν αφιερώσει στη δοξολογία του Θεού. Η δε καθημερινή τους δίαιτα ήταν υπερβολικά ασκητική και αδιάπτωτη.

Το 1542 μ.Χ. θεμελίωσαν το ναό των Αγίων Πάντων. Στις 17 Μαΐου του 1544 μ.Χ., ημέρα Σάββατο, την ενάτη βυζαντινή ώρα ο ναός των Αγίων Πάντων ολοκληρώθηκε.

Εν τω μεταξύ, ο Όσιος Θεοφάνης είχε ήδη δέκα μήνες ασθενής στο κρεβάτι και εξαντλημένος από την ασθένειά του βρισκόταν στα πρόθυρα του θανάτου του. Και, ενώ όλοι οι συμπαραστεκόμενοι αδελφοί και πατέρες γύρω του έκλαιγαν και θρηνούσαν και με μάτια δακρυσμένα έψελναν τον κατανυκτικό Παρακλητικό Κανόνα, έγινε ένα θαύμα. Ξαφνικά ένα υπέρλαμπρο και διαυγέστατο αστέρι είχε σταθεί πάνω από το κελλί του Οσίου, καταλάμποντάς το με υπερκόσμιο φως! Με την δύση του ηλίου η ψυχή του Οσίου Θεοφάνους μετέστη στις αιώνιες μονές. Ταυτόχρονα έσβησε και το υπερφυσικό αστέρι, σημείο της αμέτρητης δόξας που τον περίμενε στην ουράνια πολιτεία. Έξι χρόνια αργότερα, δεύτερη ημέρα της Διακαινησίμου, στις 7 Απριλίου 1550 μ.Χ., αναπαύθηκε και ο Όσιος Νεκτάριος. Ο τάφος τους και τα άγια λείψανά τους, το δεξί χέρι του Οσίου Νεκταρίου και το αριστερό χέρι του Οσίου Θεοφάνους με άφθαρτο το δέρμα επί των αγίων οστών τους, αποτελούν πηγή δυνάμεως για τους αδελφούς της μονής και τους ευλαβείς προσκυνητές.

 
http://www.saint.gr
 
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ 

 

No votes yet

ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΑΥΤΑΔΕΛΦΟΙ ΜΑΞΙΜΟΣ ΚΑΙ ΙΩΑΣΑΦ

 

ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΑΥΤΑΔΕΛΦΟΙ ΜΑΞΙΜΟΣ ΚΑΙ ΙΩΑΣΑΦ
 
Οι όσιοι αυτάδελφοι Μάξιμος και Ιωσάφ και έζησαν κατά τον 16 αι, και  καταγόταν από τα Ιωάννινα.
 
Ελάχιστες είναι οι πληροφορίες για την ζωή και το έργο τους και τον ακριβή χρόνο της κοιμήσεώς τους.
 
Μιμούμενοι το παράδειγμα και το έργο των συμπατριωτών τους αγίων Νεκταρίου και Θεοφάνους των Αψαράδων , αρχίζουν την οικοδόμηση της Ιεράς Μονής Ρουσάνου των Μετεώρων το 1545 μ.Χ.
 

Η επιρροή των παραπάνω Αγίων είναι εμφανής στην ζωή των αυταδέλφων Μάξιμου και Ιωάσαφ, γεγονός που αποδυκνύεται και από την διαθήκη τους η οποία έχει πολλά κοινά στοιχεία με αυτή των Νεκατρίου και Θεοφάνους.
 
Η μνήμη τους τιμάται από την Εκκλησία μας την Β΄Κυριακή του Ματθαίου.
 
(αποσπάσματα από το βιβλίο “ΑΓΙΟΙ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ” του Κων/νου Ηρ.Δεσπότη-Εκδόσεις Παρακαταθήκη- Θεσσαλονίκη 2009- β΄ έκδοση)

 

No votes yet

Ο ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

 
 Ο ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ o νέος και θαυματουργός

Γεννήθηκε στα Ιωάννινα, στις αρχές του 16ου αιώνα. Πήγε στο Άγιον Όρος, όπου στη Μονή Δοχειαρίου έκάρη μοναχός και αργότερα, λόγω της όσιακής ζωής του, εξελέγη ηγούμενος της εν λόγω Μονής.
 
Μετά από μία περιπέτεια με τον ανεψιό του, κατέληξε σ' ένα όρος της Νάουσας της Μακεδονίας, όπου έκτισε Μονή και ναό στο όνομα ' των Αρχαγγέλων.
 

H  ζωή του υπήρξε πραγματικά άγια και γι' αυτό μετά τον θάνατο του, ή σεβάσμια κάρα του, πού μεταφέρθηκε στη Μονή της Νάουσας, έγινε αφορμή πολλών θαυμάτων.
 
http://www.saint.gr
 
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

 

No votes yet

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ

image

 Ο ΑΓΙΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ (Βελλάς)  ο  Νεομάρτυρας

Γεννήθηκε στην επαρχία Βελλάς των Ιωαννίνων το 1600, από γονείς ευσεβείς. Νεαρός ακόμα, πήγε στην Κων/πολη και δούλευε την τέχνη των γουναράδων στο χάνι, το λεγόμενο Μαχμούτ-Πασά.

Αργότερα όμως, έπεθύμησε τέρψεις και ηδονές, εγκατέλειψε την τέχνη του και προσλήφθηκε στα βασιλικά καράβια, όπου ξεφάντωνε με τους Τούρκους φίλους του.
Αυτοί οι φίλοι του όμως, τον συκοφάντησαν ότι αρνήθηκε τον Χριστό και ομολόγησε τη θρησκεία τους. Φοβισμένος ό Αυξέντιος εγκατέλειψε τα καράβια και αφού αγόρασε μια βάρκα, έκανε τον βαρκάρη.
 

Μετανιωμένος όμως για τα προηγούμενα σφάλματα του, θέλησε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Τυχαία τότε, συνάντησε τον Σύγκελλο της Μεγάλης Εκκλησίας Γρηγόριο Ξηροποταμηνό και εξομολογήθηκε τον πόθο του. Αργότερα, τον συνάντησαν στον δρόμο ναυτικοί του στόλου, τον αναγνώρισαν κα τον οδήγησαν στον κριτή.
 
Στο κριτήριο ο Αυξέντιος , παρά τα σκληρά βασανιστήρια, ομολόγησε πώς είναι χριστιανός.
 
Έτσι τον φυλάκισαν στο Πασά - Καπισί. Στή φυλακή αυτή, ό Σύγκελλος Γρηγόριος τον επισκέφθηκε και τον ενθάρρυνε να σταθεί ανδρείος μπροστά στους άπιστους. Ανακρινόμενος και πάλι ό Αυξέντιος επέμενε λέγοντας:
"Εγώ χριστιανός γεννήθηκα και χριστιανός θέλω ν' αποθάνω". Τότε τον καταδίκασαν σε θάνατο με αποκεφαλισμό.
 
Τον αποκεφάλισαν στις 25 Ιανουαρίου 1720 στην Κων/πολη. Ή κάρα του Άγιου σώζεται στη Μονή Ξηροποτάμου.
 
http://www.gonia.gr/
 
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΓΩΝΙΑ-ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
 

 

No votes yet

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΣ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΥΛΟΣ Ο ΙΩΑΝΝΙΤΗΣ

 

Άγιος Παύλος ο νέος Οσιομάρτυρας από τα Ιωάννινα
 
Ο Άγιος Παύλος κατά κόσμον ονομαζόταν Πέτρος και καταγόταν από τα Ιωάννινα.
 
Έμεινε ορφανός από πατέρα και η μητέρα του τον έστειλε στο Ελληνικό σχολείο του Παλάνου για να διδαχθεί τα Ιερά γράμματα.
 
Συνέβη όμως να έλθει σε επαφή με μοναχούς του Ιερού κοινοβίου του πρωτομάρτυρα Στεφάνου του Αγίου Όρους, και όταν αυτοί επέστρεψαν στο Άγιον Όρος τους ακολούθησε και αυτός.
Μετά από δοκιμή, έγινε μοναχός με το όνομα Παύλος.
Το 1821 όμως, συνελήφθη μαζί με άλλους συμμοναστές του, από τον ηγεμόνα Αμπλούτ Ρομπούτ πασά και οδηγήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
 
Εκεί έλαβε μαρτυρικό τέλος, μετά από φρικτά και βάρβαρα βασανιστήρια στις 12 Ιουνίου του 1821.

http://www.saint.gr
 
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

 

No votes yet

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

image

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΕΡΗΜΙΤΗΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

 
Ο Όσιος Ανδρέας ο Ερημίτης και Θαυματουργός είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Στοιχεία για τη ζωή του καθώς και την Ακολουθία του, έγραψε ο Ανδρέας ο Ιδρωμένος ο Υπάργιος (+ 1847).

Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία αυτά, ο Όσιος αυτός καταγόταν από το χωριό Μονοδένδρι της Ηπείρου και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Μιχαήλ Β' του Κομνηνού δεσπότη της Ηπείρου (1237 - 1271 μ.Χ.).

 
Ο Όσιος Ανδρέας, αφού εγκατέλειψε ηδονές χρημάτων, περιουσίας και συζύγου, κατοίκησε στην έρημο. Εκεί, με άσκηση και προσευχή αγίασε τη ζωή του και απεβίωσε ειρηνικά.

Ο Κύριος, κατά τον βιογράφο του, έδωσε θαυμαστό σημείο, κατά την κοίμηση του Οσίου, για να τον δοξάσει: «Ουράνιο φως και αναμμένες λαμπάδες κατέβαιναν από τον ουρανό στο σημείο που βρισκόταν το τίμιο λείψανό του».

 
Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός η βασίλισσα της Άρτας, Αγία Θεοδώρα, συγκέντρωσε την σύγκλητο και μετέβησαν στο μέρος που βρισκόταν το ιερό λείψανο και το ενταφίασαν έξω από το σπήλαιο με τιμές και ευλάβεια.
 
Έδωσε δε εντολή να κτίσουν ναό προς τιμήν του Οσίου.

http://www.saint.gr

 
 
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

 

 

 
 

No votes yet

Ο ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ

 

Όσιος Σάββας ο Πνευματικός
 
Είναι άγνωστος ο τόπος καταγωγής του Οσίου Σάββα. Ασκήτεψε στην ιερά μονή του Τιμίου Προδρόμου της νήσου των Ιωαννίνων περί τα μέσα του 15ου αιώνα μ.Χ. και υπήρξε πνευματικός καθοδηγητής των Οσίων Νεκταρίου και Θεοφάνους των Αψαράδων (τιμούνται 17 Μαΐου).
 
Ήταν γόνος αρχοντικής οικογένειας και από μικρή ηλικία αγάπησε την πτωχεία του Ιησού Χριστού και έζησε μέχρι την τελευταία του πνοή ως ένας ταπεινός και πτωχός ερημίτης.

Ποτέ δεν είδαν τον Όσιο να θυμώσει, να κατακρίνει και να μνησικακεί, ενώ η καρδιά του πλημμύριζε από ταπείνωση, για την οποία ο ίδιος έλεγε: «Η ταπεινοφροσύνη είναι η πέτρα η στερεά και άρρηκτη επί της οποίας οικοδομείται η πνευματική ζωή».

Ο ασκητικός του βίος ήταν πολύ αυστηρός. Κάθε βράδυ προσευχόταν μέχρι το πρωί. Η τροφή του ήταν ελάχιστη και λιτή. Κρέας, ψάρι και τυρί δεν δέχθηκε ποτέ στο τραπέζι του, ενώ ποτέ δεν έριξε στο φαγητό του σταγόνα από λάδι.

Ο Όσιος Σάββας κοιμήθηκε με ειρήνη το 1505 μ.Χ. Όταν παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, άρρητη ευωδία ανέβλυσε από το τίμιο σκήνωμά του.

 
Ο Όσιος ενταφιάσθηκε στη μονή του Τιμίου Προδρόμου της νήσου των Ιωαννίνων.
Στη μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Ρουσάνου Μετεώρων φυλάσσεται με ευλάβεια ιερό λείψανο του Οσίου.
 
 
http://www.saint.gr
 
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ
 

 

No votes yet

Η ΑΓΙΑ ΚΟΡΗ

image

Η ΑΓΙΑ ΚΟΡΗ
 

Πρέπει εξ’ αρχής να αναφέρουμε ότι η Αγία Κόρη δεν αναγνωρίστηκε από την επίσημη εκκλησία Αγία , διότι δεν υπάρχουν πλήρη αποδεικτικά στοιχεία. Ούτε Ιερά λείψανά της έχουμε, ούτε και το όνομά της δεν γνωρίζουμε. Αναγνωρίστηκε όμως στη συνείδηση των ευλαβών Χριστιανών, οι οποίοι και μαρτυρούν πληθώρα θαυμάτων.

Για τη ζωή της Αγίας Κόρης, δυστυχώς, λίγα στοιχεία υπάρχουν. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς την προέλευσή της, αλλά ούτε και το όνομά της (γι’αυτό και ονομάστηκε Κόρη, δηλαδή κορίτσι ). Με την Αγία ασχολήθηκε ο θεολόγος – συγγραφέας κ. Λάζαρος Τσακιρίδης ο οποίος συγκέντρωσε σε βιβλίο όλες τις προφορικές παραδόσεις γύρω από την Αγία.

Οι διάφορες παραδόσεις αλληλοσυγκρούονται στις λεπτομέρειες, αλλά ο πυρύνας τους είναι ο ίδιος. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η Αγία Κόρη έζησε την εποχή της Τουρκοκρατίας και μάλιστα επί της εποχής του τυράνου της Ηπείρου Αλή πασά (1788 – 1822 μ.Χ.). Ήταν κοπέλα εξαιρετικής καλλονής. Η σωματική της ωραιότητα όμως συμβάδιζε με την ωραιότητα της ψυχής της. Στολίδια της ήταν η σεμνότητα, η ευσέβεια και η εγκράτεια.

Αν και σε πολύ νεαρή ηλικία, είχε ώριμη σκέψη. Αντιστάθηκε σε όλες τις ηδονές που γλυκά και ύπουλα έρχονται να καταστρέψουν τις νεανικές ψυχές. Είναι πολύ πιθανό μάλιστα να είχε αποφασίσει να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό.

Κατά πάσα πιθανότητα καταγόταν από ένα χωριό των Ιωαννίνων. Σύμφωνα με την παράδοση, ένας σπιούνος του Αλή πασά είδε την Αγία Κόρη, έμεινε έκπληκτος από την ομορφιά της και την πρόδωσε στον Αλή πασά. Αυτός διέταξε με μεγάλη μυστικότητα ένα απόσπασμα να κυκλώσει το σπίτι της, να τη συλλάβουν και να τη μεταφέρουν στο χαρέμι του. Ο Θεός όμως δεν άφησε τη νεανική αυτή ψυχή αβοήθητη.

Μέσα στο απόσπασμα που στάλθηκε να συλλάβει την Κόρη, υπήρχε και ένας Έλληνας ο οποίος αντέδρασε εσωτερικά για την άτιμη αυτή πράξη του Αλή, διότι γνώριζε την αρετή της Κόρης. Τα μεσάνυχτα έφυγε διακριτικά από το απόσπασμα και πήγε στο χωριό, όπου βρήκε την αγνή Κόρη και της είπε πως, αν θέλει να σωθεί από τους Τούρκους, οι οποίοι έρχονται να τη συλλάβουν, πρέπει αμέσως να φύγει. Αυτή πήρε τότε μια εικόνα της Παναγίας βρεφοκρατούσας και έφυγε.

Μετά από πολλές κακουχίες, αγωνίες και βάσανα έφτασε στον Όλυμπο και βρήκε καταφύγιο στην παλιά Βροντού. Δεν γνωρίζουμε αν σε όλο το δύσκολο ταξίδι της ήταν μόνη της. Είναι σίγουρο πως μεταξύ μερικών χωριών της Ηπείρου και της Βροντούς υπήρχε επικοινωνία, διότι πολλοί Ηπειρώτες έρχονταν και δούλευαν ως υλοτόμοι. Πάντως στην παλιά Βροντού δεν θα πρέπει να έμεινε για μεγάλο διάστημα, διότι δεν μπορούσε να έχει ασφάλεια. Η Κόρη επιμελώς έκρυβε το όνομά και την καταγωγή της, αλλά είναι πιθανό να την αντιλήφθηκαν Τούρκοι απεσταλμένοι του Αλή και τότε η Αγία κατέφυγε στο τελευταίο της καταφύγιο, τη γνωστή σήμερα χαράδρα, όπου επιδόθηκε στην προσευχή.

Κατά το διάστημα της παραμονής της στη χαράδρα ανακάλυψε κάποια σπηλιά όπου και κρυβόταν. Τρεφόταν με κράνα και ρίζες, αλλά είναι πολύ πιθανό να την πλησίασαν αρκετές φορές κτηνοτρόφοι και να της πρόσφεραν τροφή. Η Αγία βέβαια δεν αποκάλυπτε την καταγωγή της ούτε και το όνομά της.

Υπάρχει μια πληροφορία ότι ο τότε ηγούμενος της Ιεράς Μονής Πέτρας Ολύμπου έβλεπε ένα φωτεινό Σταυρό πάνω από το σημείο της σπηλιάς. Ξεκίνησε με μοναχούς να επισκεφθούν το σημείο και μόλις έφθασαν τον κατέβασαν με σχοινιά. Τότε προχώρησε προς το σημείο που έλαμπε ο Σταυρός και αντίκρυσε την άγνωστη Κόρη, καταβεβλημένη και σκελετωμένη από τις κακουχίες. Ο ηγούμενος συγκινημένος τη ρώτησε πως βρέθηκε εκεί. Αυτή εξασθενημένη, ζήτησε να μεταλάβει. Τη στιγμή που κοινωνούσε ακούστηκε μια βοή. Άνοιξε ο βράχος και βγήκε Αγίασμα. Αυτό το περιστατικό μας θυμίζει το ανάλογο με την Οσία Μαρία την Αιγυπτία την οποία κοινώνησε ο Αββάς Ζωσιμάς.

Μετά από καιρό κτηνοτρόφοι βρήκαν νεκρό και σκελετωμένο το κορμί της μέσα στη ρεματιά. Λέγεται μάλιστα πως ο τόπος όλος ευωδίαζε. Οι κάτοικοι την έθαψαν στον ίδιο τόπο με ευλάβεια και σεβασμό. Μάλιστα έκτισαν και προσκυνητάρι και επισκέπτονταν πολύ συχνα τον τόπο, όπου προσκυνούσαν και άναβαν κεριά.

Με τον καιρό έγινε προσκύνημα και η Κόρη αναγνωρίστηκε Αγία στη συνείδηση των πιστών. Μάλιστα το νερό που ανέβλυζε κάτω από το προσκυνητάρι έγινε Αγίασμα το οποίο θεράπευε και θεραπεύει διάφορες ψυχικές και σωματικές ασθένειες. Οι ηλικιωμένοι θυμούνται πως, πριν το 1940 μ.Χ., υπήρχε στο προσκυνητάρι και το εικόνισμα που, όπως αναφέραμε, έφερε μαζί της η Αγία Κόρη.

Παλαιότερα υπήρχαν και κάποιες ευλαβικές συνήθειες των προσκυνητών. Όταν επισκέπονταν το προσκυνητάρι ήταν αμίλητοι. Επίσης δεν ξαναπήγαιναν την ίδια μέρα. Μάλιστα επειδή η Αγία Κόρη ήταν παρθένος, ποτέ δεν πήγαιναν κοντά στο προσκυνητάρι ταυτόχρονα άνδρας και γυναίκα, λόγω σεβασμού.

Στη Βροντού από παλια οι κάτοικοι τραγουδούσαν και απέδιδαν στην Αγία Κόρη και το εξής τραγούδι:
Τούρκος τη ζητεί κόρη Ζαγοριανή.
Τούρκος την ζητεί κι αυτή δεν θέλει.
Όταν το έμαθε, αρχίνσε να κλαίει.
Μάνα μου σφάξε με, Τούρκο δεν παίρνω.
Πέρδικα γίνομαι, στα δάση μπαίνω.
Λουλούδι γίνομαι, στη γη φυτρώνω.

Από τα πολλά θαύματα που αποδίδονται στην Αγία Κόρη, παραθέτουμε τρία:
α) Μια γυναίκα κωφάλαλη από την Κόρινθο, το 1960 μ.Χ., χωρίς να γνωρίζει τίποτα για την Αγία Κόρη, ονειρεύτηκε ότι στον Όλυμπο υπάρχει αγίασμα θαυματουργό. Ρωτώντας, το ανακάλυψε και, αφού με πολλή ευλάβεια προσευχήθηκε, πλύθηκε έπειτα με το αγίασμα. Σε λίγο άκουσε κελαιδίσματα πουλιών και άρχισε να φωνάζει: “τί ακούω; τί ακούω;” όταν έφυγε πέρασε από το χωριό Βροντού. Ήρθε μέσα στο καφενείο του χωριού και ομολόγησε το θαύμα. Το άκουσαν μερικοί κάτοικοι από την ίδια και διαδόθηκε.

β) Μια γυναίκα από την Αθήνα με παραλυσία στο σβέρκο και συγκύπτουσα στην κεφαλή, αφού προηγουμένως γύρισε πολλούς γιατρούς χωρίς θεραπεία, πληροφορήθηκε για την Αγία Κόρη. Την επισκέφθηκε γεμάτη πίστη και λαχτάρα. Τη χειραγωγούσαν, ενώ κατέβαινε τα σκαλοπάτια για το αγίασμα. Την ώρα που πλενόταν με το αγίασμα θεραπεύτηκε.

γ) Ο κ. Τσορματζίδης Παναγιώτης από την Κατερίνη, το 1962 - 63 μ.Χ., είδε το μικρό παιδί του Γεώργιο να προσβάλλεται από μια μόλυνση στο πρόσωπο το οποίο γέμισε σπυριά. Τότε μια παρέα πήγαν στην Αγία Κόρη και λειτουργήθηκαν. Μετά τη Λειτουργία ο πατέρας έπλυνε το παιδί αρκετές φορές στο αγίασμα. Έμειναν όλη την ημέρα στην Αγία Κόρη και το βράδυ γύρισαν στο σπίτι τους. Την επομένη είδαν με έκπληξη ότι όλες οι πληγές του παιδιού έφυγαν. Κάποια στίγματα που έμειναν στο πρόσωπό του, έφυγαν τις επόμενες μέρες. Το παιδί αυτό σήμερα είναι μοναχός.

 
http://www.saint.gr
ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

 

το εκκλησάκι της Αγίας  Κόρης ατα Πιέρια Όρη
No votes yet

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΕΝ ΠΑΡΩ

image

 

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ ἐν Πάρῳ
 

Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος γεννήθηκε στὰ Ἰωάννινα τὸ ἔτος 1800 καὶ ὀνομαζόταν Ἀθανάσιος. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς καὶ σὲ ἡλικία ἐννέα ἐτῶν μετέβη στὶς Κυδωνὶες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου σπούδασε στὴν ὀνομαστικὴ σχολὴ τῆς πόλεως ἔχοντας ὡς σχολάρχη τὸν περίφημο διδάσκαλο ἱερομόναχο Γρηγόριο Σαράφη.

 
Κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς φοιτήσεώς του συνδέθηκε μὲ τὸν πνευματικὸ Γέροντα Δανιὴλ ἀπὸ τὴ Ζαγορὰ τοῦ Πηλίου, ἕναν ἀπὸ τοὺς ὀνομαστοὺς πνευματικοὺς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ ἔγινε ὑποτακτικός του.

 
Τὸ ἔτος 1815 ὁ Ἅγιος ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος μὲ τὸν Γέροντα Δανιὴλ καὶ ἐκεῖ ἐκάρη μοναχός. Ἀργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος παρὰ τὶς ἀντιδράσεις του, καθὼς δὲν θεωροῦσε τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἄξιο καὶ μετὰ ἀπὸ ἑξαετῆ παραμονὴ στὸ Ἅγιον Ὄρος ἦλθε καὶ πάλι μὲ τὸν Γέροντά του, στὴ μονὴ Πεντέλης στὴν Ἀθήνα.
Ὅμως καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἀναγκάστηκαν νὰ φύγουν, γιατί ἄρχισε ἡ ἐπανάσταση κατὰ τῶν Τούρκων. Στὴ συνέχεια μετέβησαν στὶς Κυκλάδες, ὅπου ὁ Ὅσιος χειροτονήθηκε τὸ 1817 Πρεσβύτερος.

 
 

 
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ἔδρασε κυρίως στὴν Πάρο καὶ τὴ Φολέγανδρο, ὅπου δίδαξε ἀπὸ τὸ 1829 μέχρι τὸ 1840.
 
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Γέροντά του Δανιήλ, ὁ Ὅσιος ἀσκήτεψε στὴ μονὴ Λογγοβάρδας τῆς Πάρου. Κοιμόταν καὶ ἔτρωγε ἐλάχιστα καὶ συνεχῶς ἀγρυπνοῦσε, προσευχόμενος γιὰ τὰ πνευματικά του τέκνα καὶ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Βασική του τροφὴ ἦταν ἡ ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν καὶ τῶν συγγραμμάτων τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ὅσιος θεωροῦσε τὴ μικρή του βιβλιοθήκη ὡς κῆπο τερπνότατο καὶ ὡραιότατο μὲ ἀγλαόκαρπα δένδρα, πλήρη ἀπὸ εὔχυμους καρπούς.
 
Ὁ Ὅσιος ἀγαποῦσε τοὺς πάντες χωρὶς διακρίσεις. Περισσότερο ὅμως ἀγαποῦσε τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς ὁποίους διακονοῦσε μὲ μεγάλη προθυμία.
Ὅταν τὸ 1861, κοιμήθηκε ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς, εὐσεβὴς ἱερομόναχος Ἠλίας, οἱ πατέρες ἐξέλεξαν ἡγούμενο καὶ προϊστάμενό τους τὸν Ὅσιο Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος τοὺς ποίμανε μὲ

θεοφιλὴ καὶ θεάρεστο τρόπο. Λίγα χρόνια ἀργότερα παραιτήθηκε, γιὰ νὰ ἀσχοληθεῖ ἀπερίσπαστα μὲ τὸ ἔργο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.
Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1877. Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του ἔγινε τὸ ἔτος 1938 καὶ ἑορτάζεται στὶς 10 Αὐγούστου. Τὰ ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται μὲ εὐλάβεια στὴ Μονὴ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Πάρου.
http://www.synaxarion.gr-
 
 
ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

 

No votes yet